Ο Ζακυθινός με τη βελούδινη φωνή.
Γνώρισα τον Παναγιώτη Τρούσσα πριν από 10 περίπου χρόνια για τις ανάγκες μιας ραδιοφωνικής συνέντευξης και η ανάμνηση εκείνης της πρώτης γνωριμίας είναι ο βελούδινος ήχος της φωνής του! Αυτή η εκ του σύνεγγυς γνωριμία συνεχίστηκε όλα αυτά τα χρόνια όπου οι επαγγελματικές ανάγκες έφερναν τον Παναγιώτη από την Αθήνα στην αγαπημένη του Ζάκυνθο.Το ταξίδι της μουσικής του περιπλάνησης είναι μακρύ και γοητευτικό, οι εμπειρίες μοναδικές και η συνέχεια τον βρίσκει στα χρόνια της ωριμότητας να αναπολεί συνεργασίες με τους διασημότερους Έλληνες και ξένους σκηνοθέτες, τους οποίους προσκαλούσε κατά καιρούς η Εθνική Λυρική Σκηνή για τις παραγωγές της. Η περσινή χρονιά έκλεισε για τον Παναγιώτη Τρούσσα με Βάγκνερ και Μπελίνι στο Μέγαρο Μουσικής και τώρα αρχίζει την προετοιμασία για τη δραστηριότητα του 2011.Νοιώσαμε την ανάγκη να μιλήσουμε με τον Παναγιώτη Τρούσσα και να ξεδιπλώσουμε πτυχές της ζωής του, για να κάνουμε κοινωνούς τους συντοπίτες μας αυτής της πολύχρονης δραστηριότητας που στηρίχτηκε στην εξαίσια φωνή του.
Αφήνουμε λοιπόν τον ίδιο να μας περιγράψει τα πρώιμα και τα ώριμα χρόνια της επαγγελματικής πορείας του, αρχής γενομένης από τη γεννέτειρά του, το χωριό Λαγοπόδο... Αναδρομή Πριν τους σεισμούς του '53, αφήσαμε οικογενειακώς την γενέτειρά μου, Ζάκυνθο και ήρθαμε στην Αθήνα. Ο πατέρας μου, ο πάπα-Πέτρος, ήταν ιερέας καλλίφωνος και διορίστηκε στην Μητρόπολη Αθηνών. Ως παιδιά, τόσο εγώ όσο και ο αδελφός μου Διονύσης, είχαμε ιδιαίτερη κλίση και αγάπη στη μουσική. Πλέον των ακαδημαϊκών μου σπουδών, σπούδασα με Υποτροφία και στο Ωδείο Αθηνών Φωνητική μουσική στο κλασσικό τραγούδι αλλά και Βυζαντινή μουσική, με τους καλύτερους και πιο σημαντικούς καθηγητές της εποχής, τον ακαδημαϊκό και συνθέτη Μενέλαο Παλλάντιο, την Μαρίκα Καλφοπούλου, την Έλλη Νικολαϊδη, την Μιρέιγ Φλερύ στο τραγούδι, τους συνθέτες Σκλάβο και Κυδωνιάτη, τον Σπύρο Περιστέρη και τον Γιάννη Μαργαζιώτη στη Βυζαντινή και Εκκλησιαστική Μουσική.
Η πρώτη μου καλλιτεχνική εμφάνιση ήταν στο Ηρώδειο, σε συνεργασία με τον Μάνο Χατζηδάκι, στους Όρνιθες. Κατόπιν ακολούθησαν συνεργασίες με τον διάσημο βιολονίστα και μαέστρο Καζάλς και με την χορωδία των Ανακτόρων, στο Ηρώδειο με τον μαέστρο Μιλτιάδη Καρύδη στην «Κάρμινα Μπουράνα» του Καρλ Όρφ όπως επίσης και με την Εθνική Λυρική Σκηνή στα έργα «Αϊντα» και «Οθέλλο». Στη συνέχεια φεύγω, με Υποτροφία, για την Μουσική Ακαδημία της Βιέννης, για μετεκπαίδευση στις μουσικές σπουδές μου, όπου είχα την τύχη και την τιμή να σπουδάσω κοντά στους μεγάλους καθηγητές Αλεσάντρο Κόλο (φωνή), Γιόζεφ Βίτ (σκηνοθεσία) και τους Ρίχτερ και Χίτς στη συνοδεία και εκμάθηση ρεπερτορίου. Παράλληλα, έκανα και τις πρώτες μου καλλιτεχνικές εμφανίσεις στο εξωτερικό, στο Άαχεν της Γερμανίας, στη Βασιλεία-Ελβετία και στη Φρανκφούρτη.
Το 1974 αφού ολοκλήρωσα τον μετεκπαιδευτικό κύκλο των σπουδών μου στη Βιέννη, επιστρέφω στην Ελλάδα και διορίζομαι μόνιμα στην Εθνική Λυρική Σκηνή, επί διεύθυνσης τότε του Δημήτρη Χωραφά και Προεδρίας του Μενέλαου Παλλάντιου, στην αρχή στο σώμα της Χορωδίας ως μπασοβαρύτονος, υπό τη διεύθυνση του Μιχ. Βούρτση και στη συνέχεια σε ρόλους μονωδού. Παρακολουθώ μαθήματα και σεμινάρια σκηνοθεσίας και από το 1984, επί διεύθυνσης Σπύρου Ευαγγελάτου, αναλαμβάνω τη θέση βοηθού σκηνοθέτη της Ε.Λ.Σ. Η πρώτη όπερα που ανέλαβα ήταν ο «Αλμπερτ Χέρινγκ» με σκηνοθέτη τον διάσημο ανατολικογερμανό Λόοζερ και μαέστρο τον αξέχαστο Ανδρέα Παρίδη. Από τότε ξεκινάει η πολυετής σκηνοθετική πορεία μου μέχρι σήμερα. Είχα την τύχη να συνεργαστώ με τους διασημότερους Έλληνες και ξένους σκηνοθέτες, τους οποίους προσκαλούσε η Ε.Λ.Σ. για τις παραγωγές της. Μερικοί εξ αυτών είναι: Πλάμεν Καρτάλωφ, στην «Φεντόρα» του Τζορντάνο, Βέρτ Μίλλερ στους «Μποέμ» του Πουτσίνι, Κέρτς Φρίντριχ στο «Χρυσό του Ρήνου» του Βάγκνερ στο Ηρώδειο, στη «Νόρμα» του Μπελίνι με τον Καραχισαρίδη, στο «Μαγικό Αυλό» του Μότσαρτ με τον Γκέοργκε Κοκ, με τον Σπύρο Ευαγγελάτο στον «Οθέλλο» και τη «Νυχτερίδα» αλλά και σε πολλές άλλες παραγωγές. Δική μου παραγωγή ήταν η «Αρπαγή από το Σεράι» του Μότσαρτ, αλλά και αρκετές ακόμα όπερες όπως ο «Αττίλας» του Βέρντι, το «Τροβατόρε» και η «Τόσκα» στην Ε.Λ.Σ. και στον Βόλο, ο «Κώστας Καρυωτάκης», η «Τραβιάτα» κ.ά. Από τις τελευταίες παραγωγές που συμμετείχα στο Μέγαρο Μουσικής σε συνεργασία με την Ε.Λ.Σ. ήταν ο «Τανχόυζερ» του Βάγκνερ και οι «Πουριτανοί» του Μπελίνι, τα οποία πραγματοποιήθηκαν πέρσι. Πέρα από την μουσική και σκηνοθετική δραστηριότητά μου, επί 7 χρόνια διετέλεσα μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ε.Λ.Σ. με τους τότε διευθυντές Νίκο Συνοδινό, Γιώργο Κουρουπό, Περικλή Κούκο και Άλκη Μπαλτά και Πρόεδρο του Δ.Σ. τον αξέχαστο Παύλο Πετρίδη.
Κατά το διάστημα 1990-1998 διετέλεσα επίσης Πρόεδρος όλων των καλλιτεχνών της Ε.Λ.Σ., πραγματοποιώντας πολλούς αγώνες για τους καλλιτέχνες και με πολλές επιτυχίες. Η Εταιρεία Φίλων της Ε.Λ.Σ. μου έκανε την τιμή να είμαι επίτιμο μέλος της ανάμεσα σε τόσες σημαντικές προσωπικότητες του καλλιτεχνικού, μουσικού και επιστημονικού χώρου. Από το 1990, το Υπουργείο Πολιτισμού με θέτει στην υπηρεσία του ως εκπρόσωπό του στις Απολυτήριες και Κατατακτήριες Εξετάσεις των Ωδείων της χώρας και διορίζομαι ως καθηγητής Α? στη σχολή Μονωδίας και τη Σχολή Μελοδραματικής και Σκηνικής Αγωγής. Με τη σύζυγό μου Ελένη Τρούσσα, η οποία είναι καθηγήτρια φωνητικής, πιάνου και ανωτέρων θεωρητικών, με 30ετή ως ωδειάρχης, ιδρύουμε το 2000, στην γενέτειρά μου, την Ζάκυνθο, Παράρτημα του Ωδείου «Δημήτρης Μητρόπουλος», του οποίου η έδρα είναι στην Αθήνα υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση της συζύγου μου. Επίσης είμαι Πρόεδρος της μη κερδοσκοπικής εταιρείας «Νέων Καλλιτεχνών» η οποία έχει σαν σκοπό την ανάδειξη και προώθηση των νέων ταλαντούχων καλλιτεχνών. Έτσι το όνειρο πολλών ετών που είχα πραγματοποιήθηκε καθώς και η επιθυμία μου να προσφέρω τις υπηρεσίες μου στον τόπο μου, τη Ζάκυνθο, βοηθώντας παράλληλα τα νέα παιδιά στο ξεκίνημά τους, με μεγάλη αναγνώριση από την κοινωνία της Ζακύνθου.
Ενθυμήματα από τη Ζάκυνθο και τα παιδικά χρόνια Το ?αμερικάνικο όνειρο? ήταν και παραμένει κάτι που θεριεύει στη σκέψη χιλιάδων ανθρώπων ανά την οικουμένη και φυσικά αυτό αφορά λαούς από χώρες που το βιοτικό επίπεδο είναι χαμηλό και η ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο βρίσκει φωλιά για να κουρνιάσει ακόμα και σε καταστάσεις ονειρικές και φανταστικές. Ο Παναγιώτης Τρούσσας θυμάται μια ιστορία των παιδικών του χρόνων και μας την διηγείται? ?Μετά την κρίση και την φτώχεια που υπήρχε στην Ελλάδα μετά τον πόλεμο του ?40 καθώς και την επιθυμία όλων για μια καλύτερη ζωή με αποτέλεσμα να ξενιτευτούν προς αναζήτηση ενός καλύτερου «αύριο», θυμάμαι που άκουγα πολλούς μεγάλους να μιλάνε με θαυμασμό για την Αμερική, σαν ονειρεμένη χώρα γεμάτη ευκαιρίες για ένα νέο ξεκίνημα. Ήμουν τότε 5-6 ετών παιδάκι και με αφορμή όλα τα παραπάνω, άρχισα με μεγάλη επιμονή να παρακαλάω τη μάνα μου να με στείλει και εμένα στην Αμερική, σε αυτή την μαγική και μακρινή χώρα! Μετά από κοπιαστική προσπάθειά μου και κλάματα για να την πείσω, ενέδωσε και μου είπε πως θα μου κάνει το χατίρι και θα με στείλει τελικά στην Αμερική! Ήταν μεγάλη η χαρά μου! Με ντύνει με τα καλά μου, παίρνει μία βαλίτσα και τακτοποιεί όλα τα ρούχα που χρειαζόταν να πάρω μαζί μου στο ταξίδι, αποχαιρετούμε τους πάντες και ανηφορίζουμε από το σπίτι μας που ήταν τότε ένα αρχοντικό, στη θέση που βρίσκεται σήμερα η Οδηγήτρια και ο Αγ. Φανούρης.
Περπατούσαμε, περπατούσαμε και τελικά φτάνουμε με τη μάνα μου στο ψήλωμα, εκεί που τώρα είναι τα Καμίνια, το ΚΤΕΛ. Μόλις φθάνουμε εκεί, γυρίζει η μάνα και μου λέει, «φτάσαμε! Εδώ είναι η Αμερική. Σου αρέσει;» Την κοιτάζω απελπισμένα, με απορία και της λέω με δάκρυα στα μάτια «Αυτή είναι η Αμερική μαμά; Όχι δεν μου αρέσει καθόλου! Καλύτερα είναι στο σπίτι μας. Να γυρίσουμε πίσω!» Και έτσι γλύτωσε μία και καλή η μάνα μου από την γκρίνια και την επιμονή μου να πάω στην Αμερική?. Στο Λαγωπόδο Τα πρώτα τραγούδια και οι δοκιμές της φωνής του Παναγιώτη έγιναν στο χωριό μέσα από τα φυλλώματα των δέντρων. «Το χωριό καταγωγής μου είναι το Λαγωπόδο Ζακύνθου και εκεί βρισκόταν το εξοχικό μας, όταν ήμουν μικρός. Εκεί λοιπόν είχαμε μία τεράστια συκιά, στην οποία είχα το συνήθιο να ανεβαίνω κάθε μεσημέρι και κρυμμένος μέσα στο φύλλωμά της να τραγουδάω με δυνατή και μελωδική φωνή όλα τα τραγούδια του τόπου μου για πολλές ώρες, προκαλώντας το ενδιαφέρον όλου του χωριού. Το περίεργο ήταν πως μόνο σε αυτή τη συκιά μπορούσα να το κάνω αυτό, ειδάλλως ήταν αδύνατο να αρθρώσω κουβέντα από ντροπή όταν μου ζητούσαν να τραγουδήσω μπροστά σε κόσμο!» Ενθυμήματα από ταξίδια στη Γερμανία και τη Ν. Υόρκη
******** Στο Άαχεν, στη Γερμανία, πλησίαζε το Πάσχα και μου είχε ζητήσει ο Αρχιμανδρίτης της εκεί ενορίας επειδή είχε πολλούς Έλληνες φοιτητές να δημιουργήσω μία τετράφωνη εκκλησιαστική χορωδία, προκειμένου να ψάλλουμε στην περιφορά του Επιταφίου. Επίσης είχε προγραμματιστεί στον Καθεδρικό Ναό, με τη συνοδεία ορχήστρας και ε κκλησιαστικού Οργάνου να τραγουδήσω σόλο, εκκλησιαστικούς ύμνους της δυτικής εκκλησίας, καθότι συνέπιπτε τότε, το ορθόδοξο με το καθολικό Πάσχα.
******** Το 1991, μαζί με τη σύζυγό μου, βρεθήκαμε στην Νέα Υόρκη, προσκεκλημένοι από τον Αρχιεπίσκοπο Αμερικής Ιάκωβο, προκειμένου να πραγματοποιήσουμε μία πολύ επιτυχημένη καλλιτεχνική συναυλία αφιερωμένη στον απόδημο ελληνισμό της Αμερικής. Μετά από την συναυλία αυτή, υποσχέθηκα στον Αρχιεπίσκοπο ότι θα παραστώ στην εκκλησία, στην κυριακάτικη λειτουργία, να ψάλλω προς τιμήν του, όπως και έγινε. Πλήθος κόσμου παρακολούθησε αυτή την λειτουργία και είχε μεγάλη προβολή και στην ελληνική εφημερίδα «Εθνικός Κήρυκας» αλλά και στην ελληνική τηλεόραση. Ήταν απερίγραπτη η συγκίνησή μου, όταν μετά το τέλος της λειτουργίας είδα όλον αυτό τον κόσμο να έρχεται κοντά μου με τόση θέρμη και αγάπη να με συγχαρεί και να βλέπω τα δάκρυα να τρέχουν απ? τα μάτια τους.
Της Αγγελικής Ξενόφου απο το περιοδικό της εφιμερίδας Ερμής weekend
http://www.ermisnews.gr/index.php/afieromata/1160-panagiotis-trousas
Γνώρισα τον Παναγιώτη Τρούσσα πριν από 10 περίπου χρόνια για τις ανάγκες μιας ραδιοφωνικής συνέντευξης και η ανάμνηση εκείνης της πρώτης γνωριμίας είναι ο βελούδινος ήχος της φωνής του! Αυτή η εκ του σύνεγγυς γνωριμία συνεχίστηκε όλα αυτά τα χρόνια όπου οι επαγγελματικές ανάγκες έφερναν τον Παναγιώτη από την Αθήνα στην αγαπημένη του Ζάκυνθο.Το ταξίδι της μουσικής του περιπλάνησης είναι μακρύ και γοητευτικό, οι εμπειρίες μοναδικές και η συνέχεια τον βρίσκει στα χρόνια της ωριμότητας να αναπολεί συνεργασίες με τους διασημότερους Έλληνες και ξένους σκηνοθέτες, τους οποίους προσκαλούσε κατά καιρούς η Εθνική Λυρική Σκηνή για τις παραγωγές της. Η περσινή χρονιά έκλεισε για τον Παναγιώτη Τρούσσα με Βάγκνερ και Μπελίνι στο Μέγαρο Μουσικής και τώρα αρχίζει την προετοιμασία για τη δραστηριότητα του 2011.Νοιώσαμε την ανάγκη να μιλήσουμε με τον Παναγιώτη Τρούσσα και να ξεδιπλώσουμε πτυχές της ζωής του, για να κάνουμε κοινωνούς τους συντοπίτες μας αυτής της πολύχρονης δραστηριότητας που στηρίχτηκε στην εξαίσια φωνή του.
Αφήνουμε λοιπόν τον ίδιο να μας περιγράψει τα πρώιμα και τα ώριμα χρόνια της επαγγελματικής πορείας του, αρχής γενομένης από τη γεννέτειρά του, το χωριό Λαγοπόδο... Αναδρομή Πριν τους σεισμούς του '53, αφήσαμε οικογενειακώς την γενέτειρά μου, Ζάκυνθο και ήρθαμε στην Αθήνα. Ο πατέρας μου, ο πάπα-Πέτρος, ήταν ιερέας καλλίφωνος και διορίστηκε στην Μητρόπολη Αθηνών. Ως παιδιά, τόσο εγώ όσο και ο αδελφός μου Διονύσης, είχαμε ιδιαίτερη κλίση και αγάπη στη μουσική. Πλέον των ακαδημαϊκών μου σπουδών, σπούδασα με Υποτροφία και στο Ωδείο Αθηνών Φωνητική μουσική στο κλασσικό τραγούδι αλλά και Βυζαντινή μουσική, με τους καλύτερους και πιο σημαντικούς καθηγητές της εποχής, τον ακαδημαϊκό και συνθέτη Μενέλαο Παλλάντιο, την Μαρίκα Καλφοπούλου, την Έλλη Νικολαϊδη, την Μιρέιγ Φλερύ στο τραγούδι, τους συνθέτες Σκλάβο και Κυδωνιάτη, τον Σπύρο Περιστέρη και τον Γιάννη Μαργαζιώτη στη Βυζαντινή και Εκκλησιαστική Μουσική.
Η πρώτη μου καλλιτεχνική εμφάνιση ήταν στο Ηρώδειο, σε συνεργασία με τον Μάνο Χατζηδάκι, στους Όρνιθες. Κατόπιν ακολούθησαν συνεργασίες με τον διάσημο βιολονίστα και μαέστρο Καζάλς και με την χορωδία των Ανακτόρων, στο Ηρώδειο με τον μαέστρο Μιλτιάδη Καρύδη στην «Κάρμινα Μπουράνα» του Καρλ Όρφ όπως επίσης και με την Εθνική Λυρική Σκηνή στα έργα «Αϊντα» και «Οθέλλο». Στη συνέχεια φεύγω, με Υποτροφία, για την Μουσική Ακαδημία της Βιέννης, για μετεκπαίδευση στις μουσικές σπουδές μου, όπου είχα την τύχη και την τιμή να σπουδάσω κοντά στους μεγάλους καθηγητές Αλεσάντρο Κόλο (φωνή), Γιόζεφ Βίτ (σκηνοθεσία) και τους Ρίχτερ και Χίτς στη συνοδεία και εκμάθηση ρεπερτορίου. Παράλληλα, έκανα και τις πρώτες μου καλλιτεχνικές εμφανίσεις στο εξωτερικό, στο Άαχεν της Γερμανίας, στη Βασιλεία-Ελβετία και στη Φρανκφούρτη.
Το 1974 αφού ολοκλήρωσα τον μετεκπαιδευτικό κύκλο των σπουδών μου στη Βιέννη, επιστρέφω στην Ελλάδα και διορίζομαι μόνιμα στην Εθνική Λυρική Σκηνή, επί διεύθυνσης τότε του Δημήτρη Χωραφά και Προεδρίας του Μενέλαου Παλλάντιου, στην αρχή στο σώμα της Χορωδίας ως μπασοβαρύτονος, υπό τη διεύθυνση του Μιχ. Βούρτση και στη συνέχεια σε ρόλους μονωδού. Παρακολουθώ μαθήματα και σεμινάρια σκηνοθεσίας και από το 1984, επί διεύθυνσης Σπύρου Ευαγγελάτου, αναλαμβάνω τη θέση βοηθού σκηνοθέτη της Ε.Λ.Σ. Η πρώτη όπερα που ανέλαβα ήταν ο «Αλμπερτ Χέρινγκ» με σκηνοθέτη τον διάσημο ανατολικογερμανό Λόοζερ και μαέστρο τον αξέχαστο Ανδρέα Παρίδη. Από τότε ξεκινάει η πολυετής σκηνοθετική πορεία μου μέχρι σήμερα. Είχα την τύχη να συνεργαστώ με τους διασημότερους Έλληνες και ξένους σκηνοθέτες, τους οποίους προσκαλούσε η Ε.Λ.Σ. για τις παραγωγές της. Μερικοί εξ αυτών είναι: Πλάμεν Καρτάλωφ, στην «Φεντόρα» του Τζορντάνο, Βέρτ Μίλλερ στους «Μποέμ» του Πουτσίνι, Κέρτς Φρίντριχ στο «Χρυσό του Ρήνου» του Βάγκνερ στο Ηρώδειο, στη «Νόρμα» του Μπελίνι με τον Καραχισαρίδη, στο «Μαγικό Αυλό» του Μότσαρτ με τον Γκέοργκε Κοκ, με τον Σπύρο Ευαγγελάτο στον «Οθέλλο» και τη «Νυχτερίδα» αλλά και σε πολλές άλλες παραγωγές. Δική μου παραγωγή ήταν η «Αρπαγή από το Σεράι» του Μότσαρτ, αλλά και αρκετές ακόμα όπερες όπως ο «Αττίλας» του Βέρντι, το «Τροβατόρε» και η «Τόσκα» στην Ε.Λ.Σ. και στον Βόλο, ο «Κώστας Καρυωτάκης», η «Τραβιάτα» κ.ά. Από τις τελευταίες παραγωγές που συμμετείχα στο Μέγαρο Μουσικής σε συνεργασία με την Ε.Λ.Σ. ήταν ο «Τανχόυζερ» του Βάγκνερ και οι «Πουριτανοί» του Μπελίνι, τα οποία πραγματοποιήθηκαν πέρσι. Πέρα από την μουσική και σκηνοθετική δραστηριότητά μου, επί 7 χρόνια διετέλεσα μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ε.Λ.Σ. με τους τότε διευθυντές Νίκο Συνοδινό, Γιώργο Κουρουπό, Περικλή Κούκο και Άλκη Μπαλτά και Πρόεδρο του Δ.Σ. τον αξέχαστο Παύλο Πετρίδη.
Κατά το διάστημα 1990-1998 διετέλεσα επίσης Πρόεδρος όλων των καλλιτεχνών της Ε.Λ.Σ., πραγματοποιώντας πολλούς αγώνες για τους καλλιτέχνες και με πολλές επιτυχίες. Η Εταιρεία Φίλων της Ε.Λ.Σ. μου έκανε την τιμή να είμαι επίτιμο μέλος της ανάμεσα σε τόσες σημαντικές προσωπικότητες του καλλιτεχνικού, μουσικού και επιστημονικού χώρου. Από το 1990, το Υπουργείο Πολιτισμού με θέτει στην υπηρεσία του ως εκπρόσωπό του στις Απολυτήριες και Κατατακτήριες Εξετάσεις των Ωδείων της χώρας και διορίζομαι ως καθηγητής Α? στη σχολή Μονωδίας και τη Σχολή Μελοδραματικής και Σκηνικής Αγωγής. Με τη σύζυγό μου Ελένη Τρούσσα, η οποία είναι καθηγήτρια φωνητικής, πιάνου και ανωτέρων θεωρητικών, με 30ετή ως ωδειάρχης, ιδρύουμε το 2000, στην γενέτειρά μου, την Ζάκυνθο, Παράρτημα του Ωδείου «Δημήτρης Μητρόπουλος», του οποίου η έδρα είναι στην Αθήνα υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση της συζύγου μου. Επίσης είμαι Πρόεδρος της μη κερδοσκοπικής εταιρείας «Νέων Καλλιτεχνών» η οποία έχει σαν σκοπό την ανάδειξη και προώθηση των νέων ταλαντούχων καλλιτεχνών. Έτσι το όνειρο πολλών ετών που είχα πραγματοποιήθηκε καθώς και η επιθυμία μου να προσφέρω τις υπηρεσίες μου στον τόπο μου, τη Ζάκυνθο, βοηθώντας παράλληλα τα νέα παιδιά στο ξεκίνημά τους, με μεγάλη αναγνώριση από την κοινωνία της Ζακύνθου.
Ενθυμήματα από τη Ζάκυνθο και τα παιδικά χρόνια Το ?αμερικάνικο όνειρο? ήταν και παραμένει κάτι που θεριεύει στη σκέψη χιλιάδων ανθρώπων ανά την οικουμένη και φυσικά αυτό αφορά λαούς από χώρες που το βιοτικό επίπεδο είναι χαμηλό και η ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο βρίσκει φωλιά για να κουρνιάσει ακόμα και σε καταστάσεις ονειρικές και φανταστικές. Ο Παναγιώτης Τρούσσας θυμάται μια ιστορία των παιδικών του χρόνων και μας την διηγείται? ?Μετά την κρίση και την φτώχεια που υπήρχε στην Ελλάδα μετά τον πόλεμο του ?40 καθώς και την επιθυμία όλων για μια καλύτερη ζωή με αποτέλεσμα να ξενιτευτούν προς αναζήτηση ενός καλύτερου «αύριο», θυμάμαι που άκουγα πολλούς μεγάλους να μιλάνε με θαυμασμό για την Αμερική, σαν ονειρεμένη χώρα γεμάτη ευκαιρίες για ένα νέο ξεκίνημα. Ήμουν τότε 5-6 ετών παιδάκι και με αφορμή όλα τα παραπάνω, άρχισα με μεγάλη επιμονή να παρακαλάω τη μάνα μου να με στείλει και εμένα στην Αμερική, σε αυτή την μαγική και μακρινή χώρα! Μετά από κοπιαστική προσπάθειά μου και κλάματα για να την πείσω, ενέδωσε και μου είπε πως θα μου κάνει το χατίρι και θα με στείλει τελικά στην Αμερική! Ήταν μεγάλη η χαρά μου! Με ντύνει με τα καλά μου, παίρνει μία βαλίτσα και τακτοποιεί όλα τα ρούχα που χρειαζόταν να πάρω μαζί μου στο ταξίδι, αποχαιρετούμε τους πάντες και ανηφορίζουμε από το σπίτι μας που ήταν τότε ένα αρχοντικό, στη θέση που βρίσκεται σήμερα η Οδηγήτρια και ο Αγ. Φανούρης.
Περπατούσαμε, περπατούσαμε και τελικά φτάνουμε με τη μάνα μου στο ψήλωμα, εκεί που τώρα είναι τα Καμίνια, το ΚΤΕΛ. Μόλις φθάνουμε εκεί, γυρίζει η μάνα και μου λέει, «φτάσαμε! Εδώ είναι η Αμερική. Σου αρέσει;» Την κοιτάζω απελπισμένα, με απορία και της λέω με δάκρυα στα μάτια «Αυτή είναι η Αμερική μαμά; Όχι δεν μου αρέσει καθόλου! Καλύτερα είναι στο σπίτι μας. Να γυρίσουμε πίσω!» Και έτσι γλύτωσε μία και καλή η μάνα μου από την γκρίνια και την επιμονή μου να πάω στην Αμερική?. Στο Λαγωπόδο Τα πρώτα τραγούδια και οι δοκιμές της φωνής του Παναγιώτη έγιναν στο χωριό μέσα από τα φυλλώματα των δέντρων. «Το χωριό καταγωγής μου είναι το Λαγωπόδο Ζακύνθου και εκεί βρισκόταν το εξοχικό μας, όταν ήμουν μικρός. Εκεί λοιπόν είχαμε μία τεράστια συκιά, στην οποία είχα το συνήθιο να ανεβαίνω κάθε μεσημέρι και κρυμμένος μέσα στο φύλλωμά της να τραγουδάω με δυνατή και μελωδική φωνή όλα τα τραγούδια του τόπου μου για πολλές ώρες, προκαλώντας το ενδιαφέρον όλου του χωριού. Το περίεργο ήταν πως μόνο σε αυτή τη συκιά μπορούσα να το κάνω αυτό, ειδάλλως ήταν αδύνατο να αρθρώσω κουβέντα από ντροπή όταν μου ζητούσαν να τραγουδήσω μπροστά σε κόσμο!» Ενθυμήματα από ταξίδια στη Γερμανία και τη Ν. Υόρκη
******** Στο Άαχεν, στη Γερμανία, πλησίαζε το Πάσχα και μου είχε ζητήσει ο Αρχιμανδρίτης της εκεί ενορίας επειδή είχε πολλούς Έλληνες φοιτητές να δημιουργήσω μία τετράφωνη εκκλησιαστική χορωδία, προκειμένου να ψάλλουμε στην περιφορά του Επιταφίου. Επίσης είχε προγραμματιστεί στον Καθεδρικό Ναό, με τη συνοδεία ορχήστρας και ε κκλησιαστικού Οργάνου να τραγουδήσω σόλο, εκκλησιαστικούς ύμνους της δυτικής εκκλησίας, καθότι συνέπιπτε τότε, το ορθόδοξο με το καθολικό Πάσχα.
******** Το 1991, μαζί με τη σύζυγό μου, βρεθήκαμε στην Νέα Υόρκη, προσκεκλημένοι από τον Αρχιεπίσκοπο Αμερικής Ιάκωβο, προκειμένου να πραγματοποιήσουμε μία πολύ επιτυχημένη καλλιτεχνική συναυλία αφιερωμένη στον απόδημο ελληνισμό της Αμερικής. Μετά από την συναυλία αυτή, υποσχέθηκα στον Αρχιεπίσκοπο ότι θα παραστώ στην εκκλησία, στην κυριακάτικη λειτουργία, να ψάλλω προς τιμήν του, όπως και έγινε. Πλήθος κόσμου παρακολούθησε αυτή την λειτουργία και είχε μεγάλη προβολή και στην ελληνική εφημερίδα «Εθνικός Κήρυκας» αλλά και στην ελληνική τηλεόραση. Ήταν απερίγραπτη η συγκίνησή μου, όταν μετά το τέλος της λειτουργίας είδα όλον αυτό τον κόσμο να έρχεται κοντά μου με τόση θέρμη και αγάπη να με συγχαρεί και να βλέπω τα δάκρυα να τρέχουν απ? τα μάτια τους.
Της Αγγελικής Ξενόφου απο το περιοδικό της εφιμερίδας Ερμής weekend
http://www.ermisnews.gr/index.php/afieromata/1160-panagiotis-trousas
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου